- ὀρθογώνιον
- ὀρθογώνιονrectangleneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ὀρθογωνίω — ὀρθογώνιον rectangle neut nom/voc/acc dual ὀρθογώνιον rectangle neut gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθογωνίοις — ὀρθογώνιον rectangle neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθογωνίου — ὀρθογώνιον rectangle neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθογωνίων — ὀρθογώνιον rectangle neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθογωνίῳ — ὀρθογώνιον rectangle neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθογώνια — ὀρθογώνιον rectangle neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-ιος — ια, ιο(ν) η κατάλ. ιος (μαζί με τις επαυξημένες μορφές της) είναι μία από τις παραγωγικότερες τής ελλ. γλώσσας καθ όλη τη διάρκεια τής ιστορίας της. Συγκεκριμένα, μαρτυρούνται συνολικά 2.996 λέξεις σε ιος, εκ τών οποίων 295 είναι κοινές, 2.261… … Dictionary of Greek